- επαναβληδον
- ἐπαναβληδόνἐπ-αναβληδόνadv. поверх, внакидку
ἐπὴ τούτοισι εἵματα λευκὰ ἐ. φορέουσι Her. — поверх этих (рубах египтяне) носят белые плащи
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἐπὴ τούτοισι εἵματα λευκὰ ἐ. φορέουσι Her. — поверх этих (рубах египтяне) носят белые плащи
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
επαναβληδόν — ἐπαναβληδόν και ποιητ. τ. έπαμβληδόν (Α) επίρρ. (για ρούχα) ριχτά στους ώμους («ἐπί τούτοισι δὲ εἰρίνεα εἵματα λευκὰ ἐπαναβληδὸν φορέουσιν», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανά + θ. βλη (< βάλλω, πρβλ. παθ. αορ. ε βλή θην) + κατάλ. δον, που… … Dictionary of Greek
ἐπαναβληδόν — thrown over indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-ηδόν — πρόκειται για κατάλ. επιρρημάτων τής Αρχαίας που αποτελεί παρεκτεταμένη με η μορφή τού επιθήματος δον, που σχηματίστηκε με μετακίνηση τών ορίων τού επιθήματος από τύπους τών οποίων το θέμα έληγε σε η : αγελη δόν > αγελ ηδόν. Τόσο το επίθημα… … Dictionary of Greek
επαμβλήδην — ἐπαμβλήδην και ἐπαναβληδόν (Α) επίρρ. 1. αναριχτά, ριχτά πάνω στους ώμους 2. (κατά τον Ησύχ.) «ἀναβαλλόμενος, ἀνακρουόμενος» … Dictionary of Greek